H άρνησή των Ιουδαίων να δεχθούν τον άνθρωπο Ιησού ως Μεσσία (=Χριστό) οδήγησε κατά πλειοψηφία πολλά έθνη να αποδεχθούν βέβαια τον πρωτότοκο Ιησού (πρβ. Κολοσσαείς 1, 18), αλλά να αγνοούν μέχρι σήμερα τον μονογενή Υιό του Θεού. Επομένως, ο παρών λεγόμενος χριστιανισμός δεν είναι ο αυθεντικός, γι’ αυτό και δεν μπόρεσε ποτέ να εισέλθει στον Υιό του Θεού. Αυτό το γεγονός μπορεί κανείς να το συμπεράνει κι από τις διδασκαλίες του λεγόμενου χριστιανισμού, οι οποίες δεν είναι ενιαίες με τις διδασκαλίες του Ιησού. Το ακόλουθο απόσπασμα από την Αγία Γραφή αποδεικνύει τον ισχυρισμό μου:
«Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Μια γενιά κακή και μοιχαλίδα επιζητά σημείο, αλλά σημείο δε θα της δοθεί παρά μόνο το σημείο του Ιωνά του προφήτη. Γιατί όπως ακριβώς ήταν ο Ιωνάς μέσα στην κοιλιά του κήτους τρεις ημέρες και τρεις νύχτες, έτσι θα είναι ο Υιός του ανθρώπου μέσα στην καρδιά της γης τρεις ημέρες και τρεις νύχτες».
(Κατά Ματθαῖον 12, 40 μετάφρ. Καραλή).
Αγαπητοί αναγνώστες, ο Ιησούς υποστηρίζει σαφώς ότι θα ήταν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες στα βάθη της γης, δηλαδή, νεκρός. Αντιθέτως ο λεγόμενος χριστιανισμός διδάσκει ότι η ανάσταση του Ιησού είχε συμβεί το πρωί της Κυριακής.
Ο ισχυρισμός αυτός, όμως, έρχεται σε αντίθεση με αυτό που είχε δηλώσει ο Ιησούς. Από όσα αναφέρουν οι Ευαγγελιστές Ματθαίος 27, 45, Μάρκος 15, 33 και Λουκάς 23, 44 διαπιστώνεται η ακριβή στιγμή του θανάτου του Ιησού. Δηλαδή, ήταν Παρασκευή 3η ώρα μετά μεσημβρίας. Αν όμως, απαριθμήσετε τις μέρες και τις νύχτες από τη στιγμή του θανάτου μέχρι τη στιγμή της υποτιθέμενης ανάστασης της Κυριακής, θα καταλήξετε στο αποτέλεσμα των τριών ημερών και δύο νυχτών (στο ίδιο αποτέλεσμα θα καταλήξετε και με εβραϊκή χρονομέτρηση). Άρα, όχι τρεις νύχτες όπως είχε δηλώσει ο Ιησούς. Γιατί ο λεγόμενος χριστιανισμός πιστεύει σε μια ανάσταση της Κυριακής, έχει να κάνει με την αγνεία που τρέφει στο πρόσωπο του Υιού του Θεού. Οι τέσσερις Ευαγγελιστές λοιπόν, αναφέρουν εκτός άλλων τη Μαρία τη Μαγδαληνή ως βασικό μάρτυρα της ανάστασης. Ωστόσο, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι ο μόνος που προσεγγίζει κι αυτό το θέμα λεπτομερώς, και αναφέρει και μια πολύ δυσάρεστη λεπτομέρεια ενάντια σε μια ομάδα του παρόντος χριστιανισμού:
«Έρχεται τότε και ο Σίμωνας Πέτρος, που τον ακολουθούσε, και εισήλθε στο μνήμα. Και βλέπει τους επιδέσμους να βρίσκονται κάτω, και το μαντίλι, που ήταν πάνω στο κεφάλι του, να μη βρίσκεται κάτω μαζί με τους επιδέσμους, αλλά χωριστά τυλιγμένο σε ένα μέρος»
(Κατά Ἰωάννην 20, 6 μετάφρ. Καραλή).
Εδώ αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης πάνινες λουρίδες, στις οποίες ήταν τυλιγμένο το σώμα του Ιησού. Επίσης αναφέρει ότι το συνηθισμένο πανί που ήταν τυλιγμένο γύρω από το κεφάλι του νεκρού Ιησού βρίσκονταν χωριστά. Επομένως, δεν υπήρχε μόνο μια εξ ολοκλήρου πάνινη λουρίδα, αλλά πολλές:
Η Σινδόνη του Τορίνο ή Ιερά Σινδόνη (ιταλικά: Sindone di Torino, Sacra Sindone) είναι ένα εξ ολοκλήρου κομμάτι υφάσματος μάκρους 4,36 επί 1,10 πλάτους, στο οποίο είναι ένα αποτυπωμένο πορτραίτο γενειοφόρου άνδρα (Βικιπαίδια Γερμανίας μετάφρ. δική μου).
Αγαπητοί αναγνώστες, θα πρέπει να αρχίσετε να αναρωτιέστε: πώς γίνετε να εμφανίζει ο παρόντας χριστιανισμός ένα εξ ολοκλήρου λινό ύφασμα με το πορτραίτο του Ιησού, αφού στο κεφάλι του Ιησού υπήρχε ένα περαιτέρω ύφασμα τυλιγμένο; Άρα, δεν θα μπορούσε να είναι αποτυπωμένο το σώμα μαζί με το πρόσωπο του Ιησού πάνω σε ένα μονοκόμματο ύφασμα. Τέλος πάντων, ας γυρίσουμε πίσω στο κύριο θέμα και ας δούμε ποιες άλλες λεπτομέρειες αναφέρει ακόμη ο Ευαγγελιστής Ιωάννης:
«Η Μαρία, όμως, είχε σταθεί κοντά στο μνήμα, κλαίγοντας έξω. Καθώς λοιπόν έκλαιγε, έσκυψε κάτω στο μνήμα 12 και βλέπει δυο αγγέλους στα λευκά καθισμένους, έναν προς το μέρος της κεφαλής και έναν προς το μέρος των ποδιών, όπου βρισκόταν ξαπλωμένο το σώμα του Ιησού. 13 Τότε εκείνοι της λένε: «Γυναίκα, τι κλαις;» Τους απαντά: «Πήραν τον Κύριό μου και δεν ξέρω πού τον έθεσαν». 14 Όταν είπε αυτά, στράφηκε προς τα πίσω και βλέπει τον Ιησού να έχει σταθεί, αλλά δεν κατάλαβε ότι είναι ο Ιησούς. 15 Της λέει ο Ιησούς: «Γυναίκα, τι κλαις; Ποιον ζητάς;» Εκείνη, επειδή νόμιζε ότι είναι ο κηπουρός, του λέει: «Κύριε, αν εσύ τον βάσταξες, πες μου πού τον έθεσες κι εγώ θα τον πάρω». 16 Λέει σ' αυτήν ο Ιησούς: «Μαριάμ!» Στράφηκε εκείνη και του λέει εβραϊκά: «Ραββουνί!» (που λέγεται “∆άσκαλε”). 17 Της λέει ο Ιησούς: «Μη με κρατάς, γιατί δεν έχω ανεβεί ακόμα προς τον Πατέρα. Πήγαινε όμως προς τους αδελφούς μου και πες τους: “Ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεό μου και Θεό σας”»
(Κατά Ἰωάννην 20, 11-17 μετάφρ. Καραλή).
Η λέξη ραββουνί, η οποία αναφέρεται και στο Ευαγγέλιο του Μάρκου 10, 51, δεν είναι εβραϊκή λέξη, αλλά αραμαϊκή, και ούτε καν δάσκαλε σημαίνει. Όσοι μέχρι σήμερα κατακρατούν τη θέση του Χριστού (=αντίχριστοι) θεωρούν ότι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης έπραξε δύο επανωτά λάθει πάνω σε μία λέξη, τόσο στην αναγνώριση της γλώσσας όσο και στη μετάφραση της.
Γι’ αυτό είχαν αρχίσει στον μεσαίωνα να εναρμονίζουν την Αγία Γραφή με τις απόψεις τους. Έτσι λοιπόν, για να μη μείνει η Αγία Γραφή εκτεθειμένη, αφαίρεσαν από τα πρωτότυπα κείμενα τους τη λέξη Εβραϊστή (= στα εβραϊκά). Με αυτόν τον τρόπο τουλάχιστον, κάλυψαν τη μία από τις δύο αντιφάσεις, που θεωρούσαν ως λάθει. Και για να καλύψουν την ερμηνεία της λέξεως, άρχισαν να εξηγούν στους ανθρώπους ότι η λέξη ραββουνί έχει την ίδια ερμηνεία με τη λέξη ραββί (= δάσκαλε). Αυτό περάστηκε επιτυχώς στον κόσμο, με αποτέλεσμα το ψέμα να κυριαρχεί μέχρι σήμερα και στο διαδίκτυο. Εκεί αναφέρεται ότι η λέξη ραββουνί μπορεί να είναι και αραμαϊκή γλώσσα, αλλά συνεχίζουν να την εξηγούν ως δάσκαλε.
Επειδή δεν θέλω να είμαι μόνος με τους ισχυρισμούς μου, θα αναφερθώ στον θρησκευτικό φιλόσοφο Pinchas Lapide. Σε ένα από τα βιβλία του αναφέρει ότι η αραμαϊκή λέξη ραββουνί σημαίνει «Δέσποτα μου». Πολύ περισσότερο ενδιαφέρον έχει τι αναφέρει ο καθηγητής Martin Rösel στο βιβλίο του «Αδονάι, γιατί ο Θεός λέγεται "Κύριος"». Στο βιβλίο αυτό γίνεται μια εκτενέστερη αναφορά στις μορφές του ονόματος του Θεού, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται και το αραμαϊκό όνομα ριββονί (=Κύριε μου). Μέσω της μορφής ριββονί διακρίνεται ότι τα σύμφωνα του ονόματος είναι ταυτόσημα με αυτά της λέξεως ραββουνί του Ευαγγελίου.
Για ποιο λόγο διαφέρουν τα φωνήεντα μεταξύ των δύο λέξεων (ριββονί, ραββουνί), οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τον πρώτο αιώνα όταν ο Ιωάννης έγραφε το Ευαγγέλιο του, το εβραϊκό κείμενο της Αγίας Γραφής δεν είχε τότε ακόμη φωνήεντα · φωνήεντα προστέθηκαν κατά τον έβδομο αιώνα από τους Μασορίτες. Αυτό σημαίνει ότι ο ίδιος ο Ιωάννης έδωσε φωνήεν στο προκείμενο όνομα, καταλήγοντας στη μορφή του ονόματος ραββουνί. Οι Μασορίτες κατά τον 7ο αιώνα κατέληξαν σε άλλα φωνήεντα καλώντας το όνομα αυτό ριββονί (=Κύριε μου). Δηλαδή, η λέξη ραββουνί ή ριββονί είναι η μία κι ίδια αραμαϊκή μορφή προφοράς του ονόματος του Θεού אֲדֹנָֽי, όπως αναγράφεται και στο Γένεσης 19, 18. Αγαπητοί αναγνώστες, αφού η λέξη ραββουνί ή ριββονί δεν είναι εβραϊκή και ούτε ερμηνεύεται ως δάσκαλε, τότε θα πρέπει να αρχίσετε να αναρωτιέστε αν ποτέ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο οποίος ήταν Εβραίος, έσφαλε δύο φορές πάνω σε μία λέξη. Δηλαδή, τόσο στην αναγνώριση της γλώσσας όσο και στη μετάφραση της. Άρα, κάτι άλλο σημαντικό ήθελε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης να μας υποδείξει; Ας πάρουμε το θέμα ξανά από την αρχή:
Η Μαρία όμως, είχε σταθεί κοντά στο μνήμα κλαίγοντας έξω. Καθώς λοιπόν έκλαιγε, έσκυψε κάτω στο μνήμα 12 και βλέπει δυο αγγέλους στα λευκά καθισμένους, έναν προς το μέρος της κεφαλής και έναν προς το μέρος των ποδιών, όπου βρισκόταν ξαπλωμένο το σώμα του Ιησού. 13 Τότε εκείνοι της λένε: «Γυναίκα, γιατί κλαις;» Τους απαντά: «Πήραν τον Κύριό μου και δεν ξέρω πού τον τοποθέτησαν». 14 Όταν είπε αυτά, στράφηκε προς τα πίσω και βλέπει τον Ιησού να έχει σταθεί, αλλά δεν κατάλαβε ότι είναι ο Ιησούς. 15 Της λέει ο Ιησούς: «Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς;» Εκείνη, επειδή νόμιζε ότι είναι ο κηπουρός, του λέει: «Κύριε, αν εσύ τον βάσταξες, πες μου πού τον έθεσες κι εγώ θα τον πάρω».
16 λέγει αὐτῇ Ἰησοῦς Μαριάμ στραφεῖσα ἐκείνη λέγει αὐτῷ
Λέει σ' αυτήν ο Ιησούς: «Μαρία!» Αφού γύρισε εκείνη λέει σ' αυτόν
Ἑβραϊστί ραββουνι ὃ λέγεται διδάσκαλε 17 λέγει
στα εβραϊκά, — «Κύριε μου!» — το οποίο λέγεται: «δάσκαλε!». Λέει
αὐτῇ Ἰησοῦς μή μου ἅπτου
σ' αυτήν ο Ιησούς: «Μη με αγγίζεις» (Κατά Ἰωάννην 20, 16-17 κριτικό κείμενο).
Λέει σ' αυτήν ο Ιησούς: «Μαρία!» Γυρίζοντας εκείνη λέει σ' αυτόν στα εβραϊκά, αυτό το οποίο λέγεται: «δάσκαλε!» «Κύριε μου!». Λέει σ' αυτήν ο Ιησούς: «Μη με αγγίζεις».
Πρέπει να σημειωθεί ότι η Μαρία γυρίζει δύο φορές, μια φορά αναφέρεται στο εδάφιο 14, και μια δεύτερη φορά στο εδάφιο 16. Ο καθοριστικός παράγοντας είναι η στιγμή προτού γυρίσει η Μαρία μια δεύτερη φορά, δηλαδή όταν ομιλεί ακόμη ο Ιησούς μαζί της. Αυτόν τον Ιησού δεν τον αναγνωρίζει, και ακούει μια φωνή να καλεί το όνομά της∙ αυτός είναι ο λόγος που γυρίζει για δεύτερη φορά και τώρα αναγνωρίζει αυτό το πρόσωπο. Αυτό γίνεται σαφές, γιατί αποκαλεί αυτό το πρόσωπο με έναν τίτλο, με τον οποίο το καλούσε πάντοτε. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης περιέγραψε την κατάσταση χωρίς να διατύπωση την εβραϊκή λέξη, μεταφράζοντας την άμεσα ως δάσκαλε, που ξαναμεταφράζεται ραββί. Δηλαδή η Μαρία είχε απευθυνθεί σε δύο πρόσωπα, το ένα το αποκάλεσε ραββί, το οποίο αναγνώρισε, και το άλλο ραββουνί, που της δόθηκε να Τον αναγνωρίσει. Γι’ αυτό ο Ιωάννης καθορίζει τη εθνικότητα της γλώσσας (στα εβραϊκά), με στόχο να μπορεί να αποκαλυφθεί ότι η Μαρία είχε απευθυνθεί σε δύο πρόσωπα, μέσω του αραμαϊκού ονόματος ραββουνί και της εβραϊκής λέξης ραββί. Αγαπητοί αναγνώστες, ο άνθρωπος Ιησούς δεν είχε αναστηθεί την Κυριακή το πρωί, η Μαρία είδε ένα είδος οράματος του ανθρώπου Ιησού, γι’ αυτό ο Ιησούς αρνούταν να τον αγγίξουν. Όπως είναι γνωστό, ο Ιωάννης είχε γράψει το Ευαγγέλιό του δεκαετίες αργότερα από αυτό του Ματθαίου, έτσι ήξερε τί είχε περιγράψει ο Ματθαίος προηγουμένως:
Κι ενώ έρχονταν να το αναγγείλουν στους μαθητές του, να, ο Ιησούς τις συνάντησε, λέγοντας: «Χαίρετε!» Κι εκείνες αφού πλησίασαν έπιασαν τα πόδια του και τον προσκύνησαν (Κατά Ματθαῖον 28, 9 μετάφρ. Βάμβα).
Παρά το γεγονός ότι γνώριζε ο Ιωάννης ότι ο Ματθαίος είχε περιγράψει ένα άγγιγμα των ποδιών του Ιησού, εντούτοις ο Ιωάννης περιγράφει στο Ευαγγέλιό του μια αρνητική στάση του Ιησού απέναντι στην Μαρία. Αυτό συνέβη επειδή ο Ιωάννης αναφέρονταν στον άνθρωπο Ιησού, ο οποίος δεν είχε ακόμη ενωθεί με την ζωή, ενώ ο Ματθαίος αναφέρονταν στον Πατέρα Ιησού, στην ίδια τη ζωή. Δηλαδή, ο Ματθαίος αναφέρονταν στον Πατέρα Ιησού ενώ ο Ιωάννης στον άνθρωπο Ιησού:
Και αποκρινόμενος ο άγγελος είπε στις γυναίκες: Εσείς μη φοβάστε! Επειδή ξέρω ότι γυρεύετε τον Ιησού, τον σταυρωμένο. Δεν είναι εδώ· γιατί σηκώθηκε, όπως είχε πει! Ελάτε να δείτε το μέρος όπου βρισκόταν. Τρέξτε όμως γρήγορα και πείτε στους μαθητές του ότι σηκώθηκε από τους νεκρούς. Και να, σας οδηγεί· στη Γαλιλαία, εκεί θα τον δείτε (Κατά Ματθαῖον 28, 5-7 μετάφρ. δική μου).
Τόσο αυτό το απόσπασμα όσο και το κατά Μάρκον 16, 6-7 αναφέρουν ότι ο Ιησούς αναστήθηκε. Εντούτοις όμως, αγαπητοί αναγνώστες, η ανάσταση του Ιησού δεν συνέβη τη Κυριακή το πρωί. Επεξήγηση: Η Αγία Γραφή διδάσκει ότι ο Πατέρας είναι η ίδια η ζωή (Κατά Ἰωάννην 1, 4). Επιπροσθέτως, εξηγεί τον θάνατο ως το μέρος όπου είναι κάποιος αποκομμένος από τον Πατέρα, δηλαδή, από τη ζωή (βλ. Ψαλμούς 6, 5-6 και 88, 5-6∙ Ἠσαΐας 38, 18). Χωρίς βέβαια να σημαίνει αυτό ότι η κυριαρχική Του δύναμη δεν φθάνει μέχρι εκεί (βλ. Ψαλμούς 139, 8). Επίσης, η επαφή με έναν νεκρό θεωρείται στον Ιουδαϊσμό ακαθαρσία. Δηλαδή, τα αποσπάσματα που αναφέρουν τον Ιησού αναστημένο, εννοούν ότι έχει σηκωθεί από τον κόσμο των νεκρών και είναι καθοδόν να ενωθεί με τον Πατέρα (=τη ζωή). Ακριβώς αυτό δηλώνει ο Ιησούς προς την Μαρία που προσπάθησε να τον αγγίξει:
μή μου ἅπτου οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν πατέρα
Μη με αγγίζεις, γιατί δεν έχω ανέρθει στον Πατέρα.
πορεύου δὲ πρὸς τοὺς ἀδελφούς μου καὶ εἰπὲ αὐτοῖς ἀναβαίνω
Πήγαινε όμως προς τους αδελφούς μου και πες τους: “Ανέρχομαι
πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν καὶ θεόν μου
στον Πατέρα μου και Πατέρα σας και Θεό μου (= ζωή μου)
καὶ θεὸν ὑμῶν
και Θεό σας (= ζωή σας)“.
Η λέξη ἀναβέβηκα έχει πολλές σημασίες, και είναι η ίδια λέξη που χρησιμοποιείται και στα γεγονότα που αναφέρονται στο Α’ Σαμουήλ 28,11-15. Εκεί, όπως στην προκειμένη περίπτωση, χρησιμοποιείται για να περιγραφεί πώς ανέρχεται κάποιος από τα βάθη της γης πάνω στη γη, όχι από τη Γη να ανέβει στον ουρανό. Εξάλλου ποια λογική θα είχε αν πράγματι ο Ιησούς εννοούσε την άνοδό του στον ουρανό; Γιατί τότε δεν θα μπορούσε κανείς να τον αγγίξει:
Ενώ λοιπόν ήταν βράδυ την ημέρα εκείνη, την πρώτη μετά το Σάββατο, και ενώ οι θύρες ήταν κλεισμένες εκεί όπου ήταν οι μαθητές για τον φόβο των Ιουδαίων, ήρθε ο Ιησούς και στάθηκε στο μέσο και τους λέει: «Ειρήνη σ’ εσάς». Και αφού είπε αυτό, έδειξε τα χέρια και την πλευρά του σ’ αυτούς. Χάρηκαν τότε οι μαθητές όταν είδαν τον Κύριο (Κατά Ἰωάννην 20, 19-20 μετάφρ. Καραλή).
Σύμφωνα με το εβραϊκό ημερολόγιο, μια νέα μέρα αρχίζει μετά τη δύση του ήλιου. Έτσι λοιπόν, το βράδυ της Κυριακής έχουν περάσει τρεις μέρες και τρεις νύχτες, από αυτό το σημείο ο Ιησούς δείχνει τις πληγές του και απαιτεί να τον αγγίξουν:
Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, γιατί εγώ είμαι ο ίδιος, ψηλαφήστε με και δείτε, γιατί πνεύμα δεν έχει σάρκα και οστά, καθώς βλέπετε εμένα να έχω (Κατά Λουκάν 24, 39 μετάφρ. Καραλή).
Αγαπητοί αναγνώστες, η ανάσταση του Ιησού συνέβη Κυριακή βράδυ, έτσι υποδηλώνεται ότι οι συναντήσεις που είχαν γίνει το πρωί της Κυριακής με τον Ιησού ήταν συναντήσεις με τον Πατέρα Ιησού, που αγνοεί ο κόσμος. Γιατί Αυτός είναι που εμφανίστηκε το πρωί της Κυριακής, Αυτός είναι που δέχονταν να τον αγγίζουν, γιατί είναι η ίδια η ζωή. Έτσι κι αλλιώς, το Πρὸς Γαλάτας 4, 6 επιβεβαιώνει ότι ο Θεός είχε στείλει το Πνεύμα του Υιού Του, το οποίο αυτό Πνεύμα έγινε επιπλέων άνθρωπος, έτσι ο ψευδο-Χριστιανισμός αναγνώρισε τον άνθρωπο Ιησού (=την αμαρτία) και αγνόησε τον Πατέρα Χριστό (=τη ζωή). Επομένως, ένας υγιής Ιουδαίος ή Χριστιανός θα μπορούσε να αναστηθεί και στις μέρες μας. Διότι, αγαπητέ αναγνώστη, οι διδασκαλίες που έχετε από τον παρόντα Χριστιανισμό, είναι διδασκαλίες των Σταυροφόρων (= των δολοφόνων). Αυτές είναι οι διδασκαλίες των όσων έχουν εμπλακεί σε διάφορους πολέμους του κόσμου και είναι επίσης διδασκαλίες εκείνων που δικαιολογούν το Ολοκαύτωμα:
Γιατί τέτοιοι άνθρωποι είναι ψευδαπόστολοι, εργάτες δόλιοι, που μετασχηματίζονται σε αποστόλους Χριστού. Και αυτό δεν είναι θαύμα· γιατί ο ίδιος ο Σατανάς μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός. Δεν είναι λοιπόν μεγάλο πράγμα αν και οι διάκονοί του μετασχηματίζονται σαν να είναι διάκονοι δικαιοσύνης, των οποίων το τέλος θα είναι κατά τα έργα τους.
(Β Κορινθίους 11, 13-15 μετάφρ. Καραλή).