Μόνο από την πίστη του Χριστού μπορεί κανείς να πιστέψει στο Χριστό.

Διότι η πίστη είναι πνεύμα (πρβλ. Β΄ Κορινθίους 4, 13), και ο Θεός κατανέμει αυτό το πνεύμα της πίστης με μέτρο (πρβλ. Ρωμαίους 12, 3). Η πίστη αναφέρεται ότι είναι ένα δώρο  του Θεού (πρβλ. Εφεσίους 2, 8 και Ρωμαίους 3, 24), και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που κατοικούν σε αυτό το πνεύμα της πίστης (πρβλ. Γαλάτες 6, 10). Επομένως, οτιδήποτε γίνεται έξω από αυτό το πνεύμα της πίστης είναι αμαρτία (πρβλ. Ρωμαίους 14, 23). Συνεπώς, ένα άτομο μπορεί να δικαιωθεί μόνο μέσω του νόμου της πίστης (πρβλ. Ρωμαίους 3, 27). Το θρησκευτικό σύστημα παραποιεί το αληθινό νόημα της Αγίας Γραφής μέσω των μεταφράσεων του και ερμηνεύει τον ίδιο τον άνθρωπο Ιησού ως την υποσχεμένη ευλογία. Έτσι, για αιώνες, κηρύττεται ότι πρέπει κανείς να πιστεύει στον άνθρωπο Ιησού, για να δικαιωθεί από τον Θεό. Αλλά η Αγία Γραφή αναφέρει το πνεύμα της πίστης ως την ευλογία που δίνεται από τον Θεό. Επειδή υποτίθεται ότι είναι δώρο Θεού. Ας πάμε λοιπόν να δούμε πρώτα το σημείο όπου αναφέρεται η υπόσχεση που έδωσε ο Θεός στον Αβραάμ: 

 

Οι μεταφραστές αυθαιρέτως καλύπτουν τον έναν από τους δύο Αγγέλους, για να εξυπηρετείται η παραπληροφόρηση. Ο πρώτος άγγελος στο εδάφιο 11, ταυτίζει και διακρίνει τον εαυτόν του από τον Θεό, εκλαμβάνεται εύκολα από την έκφραση: «τώρα ξέρω ότι εσύ φοβάσαι τον Θεό, και δεν λυπήθηκες τον γιο σου τον αγαπητό για μένα». Η διάκριση επιβεβαιώνεται από την έκφραση «τώρα ξέρω», γιατί ο Κύριος δεν χρειάζεται να δει για να ξέρει, το γνωρίζει εκ των προτέρων. Από τη έκφραση «για μένα», εκλαμβάνεται ότι για χάρη αυτού του αγγέλου έγινε αυτή η δοκιμασία στον Αβραάμ. Αλλά το πρόσωπο που είχε διατάξει τον Αβραάμ να το κάνει αυτό ήταν ο Θεός (πρβλ. Γένεση 22, 1). Επομένως, ο πρώτος άγγελος και ταυτίζεται με τον Θεό. Ο δεύτερος Άγγελος στο εδάφιο 15, καλύπτεται στις μεταφράσεις του κόσμου με ένα αυθαίρετο οριστικό άρθρο. Αφενός ο δεύτερος Άγγελος διακρίνει τον εαυτόν του από τον πρώτο άγγελο, αφετέρου ταυτίζεται με αυτόν. Δηλαδή, από τη έκφραση «για χάρη του οποίου έπραξες τούτο το λεγόμενο», επιβεβαιώνει τη διάκριση του εαυτού του με τον πρώτο άγγελο, και αφού επαναλαμβάνει ο δεύτερος Άγγελος ότι ακριβώς είπε ο πρώτος άγγελος: «και δεν λυπήθηκες τον γιο σου τον αγαπητό για μένα», ταυτίζεται με αυτόν. Στις μεταφράσεις η διάκριση αυτή δεν φαίνεται, διότι η έκφραση «για χάρη του οποίου» έχει αφαιρεθεί. Τόσο η διάκριση όσο και η ταύτιση συμβαίνει να υπάρχει και μεταξύ Κύριου και δευτέρου Αγγέλου. Από την αυτοπαθής αντωνυμία α' πρόσωπου: (ἐμαυτοῦ = τον εαυτό μου), που εκφράζει ο δεύτερος Άγγελος επιβεβαιώνει ότι ταυτίζεται με τον Κύριο. Ενώ η διάκριση επιβεβαιώνεται τόσο από την έκφραση τρίτου προσώπου «λέει ο Κύριος», όσο κι από τον όρκο που εκφράζεται πάντοτε προς έναν ανώτερο. Από τα λεγόμενα του δεύτερου Αγγέλου, διακρίνεται ότι ο Κύριος πρέπει να ομιλεί μέσω του δευτέρου Αγγέλου, ο οποίος επαινεί τον Αβραάμ για την υπακοή που έδειξε. Επίσης επιστατήστε την προσοχή, ότι ο Κύριος επαναλαμβάνεται, μια άχρονα «ευλογώντας», «πληθαίνοντας» και μια σε χρόνο μέλλοντος «θα σε ευλογήσω», «θα πληθύνω». Αυτό σημαίνει πως ο Κύριος είναι ο μόνος που δεν βρίσκετε στην διάσταση του χρόνου, παρά μόνο ο πρώτος άγγελος, ενώ δεύτερος Άγγελος είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ Κυρίου και της διάστασης του χρόνου και της ζωής. Από την έκφραση «αφού υπάκουσες απέναντι τους» (εδάφιο 18), πιστοποιείται ότι πράγματι συμμετείχαν δύο Άγγελοι στην εμφάνιση του Κυρίου. Όχι μόνο αυτό, αλλά οι υποσχέσεις του Κυρίου απευθυνόταν σε δύο πρόσωπα: στον Αβραάμ και στο σπέρμα του, που έμελλε να είναι ο άνθρωπος Ιησούς. Αυτό που δεν φαίνεται στις μεταφράσεις είναι ότι το πρωτότυπο κείμενο εννοεί ότι τόσο τα έθνη θα ευλογηθούν εσωτερικά όσο και μέσα σε έναν συνγεκριμένο απογόνο (=σπέρμα). Έτσι, η ευλογία δεν θα προέρχονταν από τον ίδιο τον απόγονο, γιατί λέει «μέσα στο σπέρμα σου». Αυτό χάνεται στις μεταφράσεις. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι στο χέρι των ανθρώπων αν θα ευλογηθούν. Διότι τα έθνη και το σπέρμα (=σπέρμα) είναι εντελώς διαφορετικά συμβαλλόμενα μέρη. Με την ευλογημένη και πιο σημαντική έννοια, το σπέρμα είναι ο Χριστός (πρβλ. Γαλάτες 3, 16). Αλλά κυριολεκτικά και αληθινά, «το σπέρμα» σημαίνει τους Ιουδαίους, όπως υποστηρίζει και ο Απόστολος Παύλος στα ακόλουθα:

 

 

Τα έθνη που επρόκειτο εσωτερικά να ευλογηθούν δεν πρέπει να μπερδεύονται με τον απόγονο (= σπέρμα), όπως ακριβώς και οι εχθροί των οποίων τις πόλεις θα κατείχε ο απόγονος (= σπέρμα) (πρβλ. Γένεση 22, 17). Η αλήθεια, αγαπητοί αναγνώστες, είναι ότι αυτή η κυριολεκτική μετάφραση της Γένεσης 22 καθιστά σαφές ότι ο Απόστολος Παύλος εννοούσε τη δεύτερη υπόσχεση στην επιστολή προς Γαλάτες 3, 16, δηλαδή αυτή του εδαφίου 18 της Γένεσης. Διότι δεν ήταν μία η υπόσχεση, όπως όλοι νομίζουν, αλλά δύο, όπως επίσης ο Παύλος εκφράζει σαφώς χρησιμοποιώντας τον πληθυντικό «οι υποσχέσεις». Η μία υπόσχεση εκφράστηκε στο εδάφιο 17 της Γένεσης, και η άλλη στο εδάφιο 18. Δηλαδή, η πρώτη υπόσχεση εννοούσε τους πολυάριθμους σαρκικούς απογόνους. Αυτοί οι απόγονοι είναι οι Ιουδαίοι, οι οποίοι ευλογήθηκαν μέσω του νόμου που τους δόθηκε ξεχωριστά, και κληρονόμησαν τις πόλεις των εχθρών τους. Αυτή η υπόσχεση έχει πράγματι εκπληρωθεί! Διότι ο σημερινός Ισραήλ εξακολουθεί να τηρεί τον νόμο και μάλιστα κατέχει τις πόλεις των εχθρών του:

 

 

Ο Απόστολος Παύλος εδώ έχει κατά νου την υπόσχεση στο εδάφιο 18 της Γένεσης, που σημαίνει ότι τα πολυάριθμα σαρκικά παιδιά του Αβραάμ στο εδάφιο 17 της Γένεσης δεν είναι απαραίτητα και παιδιά του Θεού. Γι’ αυτό ο Απόστολος απέφυγε να πει «οι πατέρες μας», επειδή θεωρούσε τον εαυτό του παιδί του Θεού και όχι παιδί της σάρκας (πρβλ. Πράξεις 3, 25). Η δεύτερη υπόσχεση (εδάφιο 18 της Γένεσης) εννοούσε τον ίδιο τον απόγονο, που ήταν ο πρώτος άγγελος και θα περιείχε όλα τα παιδιά της υπόσχεσης. Αυτός ο άγγελος έγινε και ο ανθρώπος Ιησούς, ο οποίος, λόγω της γενεαλογίας του, συγκαταλεγόταν ως απογόνος του Αβραάμ. Γι’ αυτό λέει «μέσα στο απόγονο σου» επρόκειτο εσωτερικά να ευλογηθούν τα έθνη. Επειδή ο άγγελος (=η ζωή) ήταν μέσα στον ανθρώπο Ιησού. Όπως επιβεβαιώνεται από τον Απόστολο Παύλο:

 

 

Ο Απόστολος Παύλος έγραψε αρκετά ξεκάθαρα ότι «η υπόσχεση» στο εδάφιο 18 της Γένεσης δεν ήταν για τους πολυάριθμούς σαρκικούς απογόνους, αλλά για τον Αβραάμ και για το συγκεκριμένο απόγονο. Ο Απόστολος Παύλος παραθέτει κυρίως από το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο (= εβδομίκοντας), όπως συμβαίνει και εδώ, και αυτό είναι φανερό από τη λέξη «σπέρμα», η οποία είναι στον ενικό. Αντιθέτως, στο εβραϊκό κείμενο είναι στον πληθυντικό, επειδή η εβραϊκή γλώσσα δεν έχει ενική λέξη για τη λέξη «σπέρμα». Οι 70 θεόπνευστοι ραβίνοι που μετέφρασαν από τα εβραϊκά στα ελληνικά έπραξαν καλά που μετέφρασαν τη λέξη «σπέρμα» στον ενικό. Διότι ο Θεός δεν το υποσχέθηκε στα σπέρματα, αλλά στον Αβραάμ και στον πρώτο άγγελο (=το σπέρμα):

 

 

Οι μεταφράσεις αποβλέπουν ότι το πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται σε έναν συγκεκριμένο απόγονο, όχι σε απογόνους (πρβλ. Λουκάς 1, 55). Αυτός ο υποσχεμένος απόγονος (=σπέρμα), που είναι ο κληρονόμος του κόσμου, φέρει μέσα του την ευλογία των εθνών, και επρόκειτο επίσης να γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος πάνω στον οποίο θα σκόνταφταν και τα έθνη (πρβλ. Ησαΐας 28, 16):

 

«Και λίθος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου. Αυτοί σκοντάφτουν, επειδή απειθούν στο λόγο· σ’ αυτό και διορίστηκαν» (Α΄ Πέτρου 2, 8 μετάφραση Καραλή).

 

Τόσο ο Ιουδαϊσμός όσο και ο Χριστιανισμός σκόνταψαν σε αυτή την πέτρα. Διότι ο Ιουδαϊσμός απέρριψε τον Υιό του Θεού επειδή δεν τον αναγνώρισε μέσα στον άνθρωπο Ιησού, ο οποίος ενεργούσε σαν Θεός, όχι σαν τον Μεσσία που είχαν φανταστεί. Ο Χριστιανισμός, από την άλλη πλευρά, απέρριψε τον Υιό του Θεού επειδή απέδωσε την ταυτότητά του Υιού στον άνθρωπο Ιησού. Έτσι, το θρησκευτικό σύστημα αρνείται το πνεύμα της πίστης, τον ηγέτη και τελειοποιό Ιησού, τον Υιό του Θεού, που ενεργεί την πίστη του σε κάθε έναν από εμάς. Αυτό σημαίνει ότι όποιος πιστεύει σε αυτά που το θρησκευτικό σύστημα έχει κηρύξει εδώ και αιώνες πιστεύει στον εσταυρωμένο (=στον θάνατο), όπως προείπε με προειδοποίηση ο Ιησούς:

 

«Όπου είναι το σώμα, εκεί στο ίδιο μέρος και οι αετοί θα συναχτούν».

(Κατά Λουκά 17, 37 μετάφραση Καραλή).

 

Δεδομένου ότι το οικόσημο ενός αετού αντιπροσωπεύει τα περισσότερα έθνη και τις εκκλησίες τους, «οι αετοί» και «το σώμα» μεταφράζονται σε ξενόγλωσσες μεταφράσεις ως «γύπες» και «κουφάρια». Αυτό που εννοείται, ωστόσο, είναι ο εσταυρωμένος και οι εκκλησίες που τον λατρεύουν. Αν έχετε λάβει το πνεύμα της πίστης που δόθηκε από τον Θεό, τότε πιστεύετε στον αναστημένο (=στη ζωή) που ήταν μέσα στον ανθρώπο Ιησού. Αλλά επειδή έχετε διδαχθεί μόνο για τον άνθρωπο Χριστό, δεν έχετε ακούσει ποτέ για εκείνους που βρίσκονταν μέσα στον ανθρώπο Ιησού. Από τους προϋπάρχοντες και αιώνιους, τον Πατέρα μας Ιησού Χριστό και τον αδελφό μας Χριστό Ιησού, που έχουν το ίδιο όνομα:

 

 

Αυτή η γενεαλογία του Ευαγγελιστή Λουκά δεν έχει τίποτα κοινό με τη γενεαλογία που καταγράφεται στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (πρβλ. Ματθαίος 1, 2). Ο Ματθαίος ασχολήθηκε με τη γενεαλογία του ανθρώπου Ιησού, ενώ ο Λουκάς με αυτή του πνεύματος Ιησού. Γι' αυτό οι δύο γενεαλογίες περιέχουν εντελώς διαφορετικά ονόματα. Αναφέρεται σαφώς ότι το Πνεύμα που κατέβηκε «ήταν ο ίδιος Ιησούς», δηλαδή ο Υιός του Θεού. Η φωνή που μαρτύρησε γι' αυτό αναφερόταν στο Πνεύμα που κατέβηκε, όχι στον ανθρώπο Ιησού. Το Πνεύμα είναι η θηλυκή πλευρά του Κυρίου, και επομένως και ο Πατέρας, και ταυτόχρονα, διαιρείται και είναι η θηλυκή πλευρά του Υιού. Και επειδή το Πνεύμα δεν μπορεί να έχει γενεαλογία, ο Λουκάς έγραψε 76 ονόματα που γεννήθηκαν από αυτό το Πνεύμα. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι πίστευαν, και εξακολουθούν να πιστεύουν, ότι ήταν ο γιος (=απόγονος) αυτών των 76 προσώπων, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ο Πατέρας. Αυτό ισχύει και για την τελευταία καταχώρηση, «του Θεού», επειδή αναφέρεται στον Υιό. Αγαπητοί αναγνώστες, επειδή το θρησκευτικό σύστημα είναι υλιστικό (=σαρκικό), δεν ήταν επίσης δυνατό να σχολιάσει το ακόλουθο απόσπασμα. Αυτό που πρόκειται να διαβάσετε αποτελεί περαιτέρω απόδειξη των ισχυρισμών μου:

 

16 «Και αν κρίνω όμως εγώ, η κρίση η δική μου είναι αληθινή, γιατί δεν είμαι μόνος, αλλά εγώ και ο Πατέρας που με έστειλε. 17 Και λοιπόν, στο νόμο το δικό σας είναι γραμμένο ότι η μαρτυρία δύο ανθρώπων είναι αληθινή. 18 Εγώ είμαι αυτός που μαρτυρώ για τον δικό μου εαυτό και μαρτυρεί  για το δικό μου ο Πατέρας που με έστειλε». 19 Έλεγαν λοιπόν σ’ αυτόν: «Πού είναι ο Πατέρας σου;» Αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Ούτε εμένα ξέρετε ούτε τον Πατέρα μου· αν εμένα ξέρατε, και τον Πατέρα μου θα ξέρατε» (Κατά Ιωάννη 8, 16-19 μετάφραση δική μου).

 

Διαπιστώσει:

 

Ο Ιησούς αναφέρεται στον Νόμο επειδή αυτός και οι ακροατές του γνωρίζουν την αληθινή σημασία και παραθέτει από τον νόμο επιδεικτικά (πρβλ. Δευτερονόμιο 19, 15). Διότι σύμφωνα με τον νόμο, μια μαρτυρία είναι έγκυρη μόνο εάν δύο μάρτυρες την καταθέσουν, όπως, για παράδειγμα, σε έναν γάμο, απαιτούνται τουλάχιστον δύο μάρτυρες. Αν ακολουθήσουμε το θρησκευτικό σύστημα, όπου βλέπει τους μάρτυρες μόνο κατά σάρκα, δεν υπάρχει κανείς άλλος μάρτυρας δίπλα στον ανθρώπο Ιησού. Γι' αυτό οι Ιουδαίοι ρωτούσαν τον Ιησού: «Πού είναι ο πατέρας σου;» Για να μπορέσουν τουλάχιστον να καταμέτρησουν έναν μάρτυρα.

Διευκρίνιση:

 

Ο ομιλητής δεν είναι ο ανθρώπος Ιησούς, αλλά το Πνεύμα του Υιού του Θεού που κατέβη, και μιλούσε μέσα από τον ανθρώπο Ιησού (πρβλ. Μάρκος 13, 11). Αυτό είναι φανερό από δύο απόψεις. Πρώτον, από τη δήλωση «Εγώ είμαι» (πρβλ. Έξοδος 3, 14), και δεύτερον, ότι αποκλείει τον εαυτό του από τον νόμο, λέγοντας «μέσα στον νόμω σας». Διότι αν ο ίδιος ανθρώπος Ιησούς είχε μιλήσει, τότε, ως Ιουδαίος, θα ήταν πιο ακριβής να έλεγε «μέσα στον νόμω μας» (πρβλ. Γαλάτες 4, 4). Επιπλέον, η αυτοπαθής αντωνυμία ἐμαυτοῦ = «ο δικός μου εαυτός» υποδηλώνει ότι το ίδιο υποκείμενο εκτελεί μια ενέργεια και ταυτόχρονα επηρεάζεται από αυτήν. Δεδομένου ότι η σάρκα δεν έχει καμία χρησιμότητα στην Καινή Διαθήκη (πρβλ. Ιωάννης 6, 63), θα έπρεπε να βασιζόμαστε στο Πνεύμα. Το Πνεύμα είναι τόσο η θηλυκή πλευρά του Κυρίου όσο και του Υιού, και δηλώνει μάρτυρας μία φορά ως Υιός για την ψυχή του (= για τον αναστημένο) και μια δεύτερη φορά μάρτυρας ως Πατέρας για την ψυχή του Υιού. Αυτό επιβεβαιώνεται από την κτητική αντωνυμία ἐμοῦ (ἐμός = «δικό μου»). Οι κτητικές αντωνυμίες υποδεικνύουν σε ποιον ανήκει κάτι· ορίζουν τον ιδιοκτήτη. Έτσι, το Πνεύμα είναι ιδιοκτησία του Πατέρα και του Υιού και βρίσκεται και στους δύο (πρβλ. Ιωάννη 14, 10). Διότι ένα ον αποτελείται από αρσενικό και θηλυκό και μπορεί να έχει την ίδια ταυτότητα τόσο ως σύνολο όσο και ως άτομο. Δηλαδή, είναι ο Πατέρας και ο αδελφός μας. Διότι ολόκληρο το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο της Βίβλου μιλάει για αυτούς τους δύο. Με τον ίδιο τρόπο, ο πρώτος άνθρωπος διαιρέθηκε, και από αυτούς προήλθε ο άνδρας και η γυναίκα, αλλά ως σύνολο, η Βίβλος θεωρεί πάντα και τους δύο ως ένα ανθρώπινο ον, όχι ως δύο (πρβλ. Γένεση 2, 24. Ματθαίος 19, 5. Μάρκος 10, 7. Α΄ Κορινθίους 6, 16. Εφεσίους 5, 31). Σε αυτά τα πέντε αποσπάσματα, το πρωτότυπο κείμενο μιλάει για έναν «άνθρωπο» που εγκαταλείπει τους γονείς του, όχι για έναν «άνδρα». Μετά την παράβαση στον παράδεισο η γυναίκα απέκτησε τη δική της ταυτότητα, όπως επιβεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος:

 

 

Η ύπαρξη της γυναίκας όπως την ξέρουμε σήμερα συνέβη μετά την παράβαση, και είναι το αποτέλεσμα της αμαρτίας, από την οποία γεννιούνται όλοι οι άνθρωποι κατά σάρκα. Επομένως, και ο άνθρωπος Ιησούς γεννήθηκε και ο ίδιος από την αμαρτία (πρβλ. Ρωμαίους 8, 3). Το γεγονός ότι ο άνθρωπος Ιησούς δεν διέπραξε καμία αμαρτία (πρβλ. Α΄ Πέτρου 2, 22) δεν αναιρεί το γεγονός ότι γεννήθηκε επίσης από την αμαρτία και επομένως είχε την αμαρτία μέσα στην σάρκα:

 

 

Δύο θεμελιώδεις αλήθειες αρνείται το θρησκευτικό σύστημα στις μεταφράσεις του. Επειδή το απόσπασμα εδώ αναφέρεται στον άνθρωπο Ιησού, δεν γράφει ότι ο Θεός έστειλε τον Υιό του, αλλά τον Υιό του εαυτού του. Εφόσον, όπως ανάφερα, ο Κύριος έχει και μια θηλυκή πλευρά, και αυτή η θηλυκή πλευρά είναι ο μονογενής Υιός του, ο Θεός λοιπόν, έστειλε τον Υιό του Υιού του. Δεύτερον, η αμαρτία θανατώνεται «μέσω της σάρκας», όχι «στη σάρκα», σαν να μπορούσε η σάρκα να ξεφύγει την καταδίκη. Γιατί όλοι οι άνθρωποι θέλουν να πάνε στον παράδεισο, αλλά κανένας από αυτούς δεν θέλει να πεθάνει. Αυτό ακριβώς εκμεταλλεύεται το θρησκευτικό σύστημα και κηρύττει στους ανθρώπους αυτό που θέλουν να ακούσουν. Δεδομένου ότι, σύμφωνα με αυτό το απόσπασμα, ο άνθρωπος Ιησούς ήταν αμαρτία κατά τη σάρκα, η ακόλουθη μοναδική μετάφραση μπορεί να είναι μόνο η αληθινή:

 

 

Οι ύπουλες και βλάσφημες μεταφράσεις του θρησκευτικού συστήματος ισχυρίζονται ότι το Άγιο Πνεύμα υποτίθεται ότι γέννησε τον άνθρωπο Ιησού, κάτι που επίσης έρχεται σε αντίθεση με το απόσπασμα προς Ρωμαίους 8, 3. Το εν λόγω απόσπασμα αναφέρει ότι αυτό που γεννιέται από την πλευρά του Πνεύματος είναι Άγιο, αλλά σε αντίθεση από την πλευρά της σάρκας, παραμένει αμαρτία. Διότι, όπως έχω αναφέρει σε άλλα μου θέματα, ο άνθρωπος έχει δύο ψυχές: μία της σάρκας και μία του πνεύματος. Το ίδιο ισχύει και για τον Υιό του Θεού, του οποίου είμαστε η ομοίωση (πρβλ. Γένεση 1, 26). Στα ακόλουθα αποσπάσματα, θα σας συστήσω τον πατέρα μου, ο οποίος δεν διακρίνεται στις μεταφράσεις του θρησκευτικού συστήματος:

 

 

Όλες οι μεταφράσεις προσθέτουν τη φράση «να πιστεύεις στον Ιησού Χριστό», που δεν υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο. Επιπλέον, η μετάφραση «στον Ιησού» είναι εντελώς εκτός συζήτησης, επειδή το « Ἰησοῦ χριστοῦ» είναι στη γενική πτώση. Η πρόθεση «εἰς» συνδυάζεται αποκλειστικά και μόνο με αιτιατική πτώση. Έτσι, αρνούνται τον Πατέρα μας Ιησού, ο οποίος μας δίνει το Πνεύμα της πίστης του, για να πιστέψουμε στον αναστημένο, κι όχι στη σάρκα που ο αδελφός μας κρέμασε στον σταυρό:

 

 

Σε αυτό το απόσπασμα, οι μεταφράσεις του θρησκευτικού συστήματος, αρνούνται δύο φορές τον πατέρα μου Ιησού, και μία φορά τον αδελφό μου. Αν και η πρόθεση «εἰς»  εμφανίζεται μόνο μία φορά, το θρησκευτικό σύστημα προσθέτει την πρόθεση «εἰς» δύο ακόμη φορές στις μεταφράσεις του. Αυτό ισχύει και όταν ο όρος «Χριστού» βρίσκεται στη γενική πτώση. Αυτό διαστρεβλώνει το νόημα του αποσπάσματος στον εσταυρωμένο, ο οποίος, μετά τον θάνατό του, δεν παίζει πλέον κανένα ρόλο στην Αγία Γραφή. Το απόσπασμα εννοεί ότι δικαιωνόμαστε μόνο μέσω της πίστης του Υιού, που είναι ο Πατέρας μας. Η πίστη είναι η δύναμη της γνώσης(= ο Πατέρας του Πατέρα μας)  που ασκείται βοηθώντας κάποιον να πιστέψει στον αναστημένο αδελφό μας. Διότι, όπως αναφέρθηκε, είναι ένα δώρο από τον Θεό. Τα ακόλουθα τρία αποσπάσματα αρνούνται τον Υιό του Θεού σε όλες τις μεταφράσεις επειδή το νόημα έχει παρερμηνευτεί ώστε να υποδηλώνει ότι κάποιος πρέπει να πιστεύει στον εσταυρωμένο με βάση τη δική του πίστη:

 

 

Ο Θεός που αναφέρεται εδώ είναι ο Υιός του Θεού, ο οποίος ασκεί τις εντολές της γνώσης· επομένως, ονομάζεται «πίστη», επειδή εκτελεί και όλα όσα ακούει. Όπως ακριβώς η έννοια αυτών των αποσπασμάτων έχει διαστρεβλωθεί προς τον άνθρωπο Ιησού, έτσι συμβαίνει και σε ολόκληρη την Αγία Γραφή. Όπως καταδεικνύει και το ακόλουθο απόσπασμα:

 

 

Όταν ο Ιωάννης έγραψε αυτό, η σταύρωση είχε γίνει τουλάχιστον 50 χρόνια πριν. Συνεπώς, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν εννοούσε τους Ρωμαίους που είχαν εξυψώσει τον άνθρωπο Ιησού με τη σταύρωση. Αντίθετα, αναφέρεται στον άνθρωπο Ιησού που, με τη σταύρωσή του, εξύψωσε τον Υιό του Ανθρώπου. Δηλαδή, ο εξωτερικός άνθρωπος εξύψωσε τον εσωτερικό άνθρωπο, ώστε καθένας που πιστεύει «μέσα σ΄ αυτόν» (εδάφιο 15), όπου ήταν ο Υιός του Θεού, να έχει αιώνια ζωή. Το αρχαίο κείμενο δεν λέει «σε αυτόν», που σημαίνει ότι δεν πρέπει να πιστεύουμε στον εσταυρωμένο. Οι μεταφράσεις γέρνουν το νόημα προς τον άνθρωπο Ιησού, γιατί αρνούνται τον Υιό του Θεού. Επιπλέον φαίνεται αυτό και από το παράδειγμα του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Διότι οι Ιουδαίοι δεν λάτρευαν το χάλκινο φίδι, αλλά κοιτούσαν το φίδι και πίστευαν στον Θεό, που θα τους γλίτωνε από τον βέβαιο θάνατο (πρβλ. Αριθμοί 21, 8). Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης εννοούσε ότι πρέπει να κοιτάμε τον άνθρωπο Ιησού στον σταυρό και να πιστεύουμε μέσα σ΄ αυτόν, δηλαδή, στον Υιό του Θεού. Επομένως, τα παιδιά του Υιού του Θεού δεν χρειάζονται εκκλησίες, εικόνες ή οποιαδήποτε άλλα βοηθήματα του θρησκευτικού συστήματος:

 

23 Αλλά έρχεται ώρα, και μάλιστα είναι τώρα, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με Πνεύμα και με αλήθεια. Και πράγματι, ο Πατέρας τέτοιοι ζητά να είναι εκείνοι που τον προσκυνούν. 24 Πνεύμα είναι ο Θεός, και εκείνοι που τον προσκυνούν με Πνεύμα και με αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν»

(Κατά Ιωάννη 4, 23-24 μετάφραση Καραλή).

Druckversion | Sitemap
© Dattelbaum.com