Η μονόπλευρη διδασκαλία του θρησκευτικού συστήματος που έχετε ακούσει και διαβάσει για τον πλησίον σας δεν αρκεί για να τον αναγνωρίσετε. Εφόσον το θρησκευτικό σύστημα είναι σαρκικό, οι διδασκαλίες του είναι προκατειλημμένες προς το σαρκικό. Διότι το θρησκευτικό σύστημα αποφεύγει σκόπιμα να εξηγήσει την ουσία της ανθρώπινης φύσης, ώστε να μην μπορεί κανείς να αναγνωρίσει τον πλησίον του. Κατά συνέπεια, ούτε εσείς μπορέσατε να αναγνωρίσετε τον πλησίον σας και οι δηλώσεις του μπερδεύουν τη νοημοσύνη σας:
«Αν κάποιος έρχεται προς εμένα και δε μισεί το δικό του τον πατέρα και τη μητέρα και τη γυναίκα και τα παιδιά και τους αδελφούς και τις αδελφές και ακόμα και τη δική του την ψυχή, δεν δύναται να είναι μαθητής μου» (Κατά Λουκά 14, 26 μετάφραση Καραλή).
Αυτό είναι ένα από τα αποσπάσματα της Αγίας Γραφής που μπορεί να μπερδέψει έναν αναγνώστη. Διότι εδώ δηλώνει ο Χριστός ότι πρέπει να μισεί κανείς τον ποιο στενό του συγγενή, για να μπορεί να γίνει μαθητής του. Πώς γίνεται να κηρύσσεται το μίσος και η αγάπη προς τον πλησίον χωρίς αντίφαση; Σίγουρα μονάχα αν κανείς γνωρίζει την αληθινή διδασκαλία της Αγίας Γραφής κι όχι μόνο τις επινοήσεις του σατανά που διδάσκει το θρησκευτικό σύστημα. Ελάτε, λοιπόν, είναι ώρα να γνωριστείτε με τον πλησίον σας:
«Να αγαπήσεις ΚΥΡΙΟ το Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου. Αυτή είναι η μεγάλη και πρώτη εντολή. Και δεύτερη, όμοια με αυτή: Να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου. Σε αυτές τις δύο εντολές κρέμεται όλος ο νόμος και οι προφήτες» (Κατά Ματθαίον 22, 37-40 μετάφραση Καραλή).
Παρατηρήστε ότι οι αναφερόμενες δύο εντολές τοποθετούνται σε ένα επίπεδο, δηλαδή, δεν είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη η μία από την άλλη. Επίσης αναφέρεται ότι είναι όμοιες. Αυτό ακριβώς υποστηρίζεται στο ακόλουθο εδάφιο:
«Επειδή όλος ο νόμος σε ένα λόγο έχει εκπληρωθεί, στο να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου» (Προς Γαλάτες 5, 14 μετάφραση Καραλή).
Πράγματι, ο απόστολος Παύλος, χωρίς να αναφέρει καν την αγάπη προς τον ΚΥΡΙΟ, γράφει ότι ο νόμος εκπληρώνεται αρκεί μονάχα να αγαπάμε τον πλησίον μας. Ποιος, λοιπόν, είναι αυτός ο πλησίον που του οφείλομαι μια τόσο μεγάλη αγάπη που φθάνει το επίπεδο της αγάπης προς τον ΚΥΡΙΟ; Δεν είναι κανείς άλλος παρά μόνο η ζωή αγαπητοί αναγνώστες. Μάλιστα, είναι η ζωή που βρίσκετε στον κάθε ένα από μας. Σε αντίθεση με ότι ισχυρίζεται το θρησκευτικό σύστημα, η ζωή δεν είναι ένα κομμάτι του εαυτού μας, αλλά ο πλησίον μας. Αντίθετα, ο εαυτός μας είναι η ψυχή της σάρκας μας, ενώ η ζωή είναι η ενέργεια που κρατά ένα ον ζωντανό. Εφόσον η ζωή δεν είναι μέρος του εαυτού μας, δεν πεθαίνει ποτέ, παρά μόνο αφαιρείτε από τον καθένα μας. Αν λοιπόν, αγαπήσεις τον πλησίον σου, δηλαδή τη ζωή, αγαπάς αυτομάτως και τον γείτονα σου, επειδή έχει κι αυτός την ίδια ζωή μάσα του όπως εσείς. Όταν ο Ιησούς ρωτήθηκε από έναν λόγιο ποιος άραγε είναι ο πλησίον του, ο Ιησούς απέφυγε να απαντήσει ευθέως και απάντησε με την παραβολή του καλού Σαμαρείτη (Λουκάς 10, 30). Στο τέλος της ιστορίας, ο Ιησούς συμβούλεψε τον λόγιο να πράττει όπως έπραξε ο Σαμαρείτης. Η παραβολή λοιπόν, δίδαξε ότι το θύμα που είχε πέσει σε ενέδρα ληστών βρήκε τον πλησίον του στον Σαμαρείτη (Λουκάς 10, 36-37). Αυτό σημαίνει ότι όποιος λαμβάνει φιλανθρωπία από κάποιον έχει βρει στον ευεργέτη του και τον πλησίον του. Κι αφού ο Υιός του Θεού είναι η ζωή που μας δίνεται ως φιλανθρωπία, βρίσκουμε στον Υιό του Θεού τον πλησίον μας:
«Και αυτή είναι η μαρτυρία: ότι ο Θεός έδωσε σ’ εμάς ζωή αιώνια, και αυτή η ζωή είναι μέσα στον Υιό του (Α΄ Ιωάννη 5, 11 μετάφραση Καραλή).
Άρα,, γίνετε επίσης κατανοητό γιατί κάθε φιλανθρωπία προς τους συνανθρώπους μας ωφελούν και τον Υιό του Θεού:
«Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε την ετοιμασμένη για σας βασιλεία από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου. Γιατί πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, ασθένησα και με επισκεφτήκατε, ήμουν σε φυλακή και ήρθατε προς εμένα”. Τότε θα του αποκριθούν οι δίκαιοι λέγοντας: “Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε, ή να διψάς και σου δώσαμε να πιεις; 38 Και πότε σε είδαμε ξένο και σε περιμαζέψαμε, ή γυμνό και σε ντύσαμε; Και πότε σε είδαμε να είσαι ασθενής ή σε φυλακή και ήρθαμε προς εσένα”; Και αφού αποκριθεί ο βασιλιάς, θα τους πει: “Αλήθεια σας λέω, εφόσον το κάνατε σε έναν από αυτούς τους αδελφούς μου τους ασήμαντους σ’ εμένα το κάνατε» (Κατά Ματθαίον 25, 34-40 μετάφραση Καραλή).
Επομένως, όταν αγαπάς τη ζωή αγαπάς και τον Κύριο, γιατί η ζωή είναι η αγάπη του Κυρίου και η ζωή τού Θεού:
Τώρα τίθεται το ερώτημα ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αναγνωρίζουν καθόλου τον Υιό του Θεού αλλά εξακολουθούν να έχουν ζωή: Αγαπητοί αναγνώστες, αυτή είναι μόνο η μισή αλήθεια. Γιατί όλοι εκείνοι που τον απαρνούνται έχουν περιορισμένη ζωή όχι παντοτινή. Διότι η Αγία Γραφή, όπως και σε αυτό το εδάφιο, εννοεί κυρίως το αιώνιο, όχι το περιορισμένο. Γιατί η αιώνια ζωή κατοικεί στο πνευματικό σώμα ενώ η περιορισμένη κατοικεί στο σαρκικό σώμα. Γι' αυτό στην Αγία Γραφή η ψυχή και η καρδιά ενός ανθρώπου αναφέρονται στον πληθυντικό, γιατί το ανθρώπινο ον αποτελείται από δύο σώματα, το πνευματικό και το σαρκικό. Ή μπορεί και να κατανοηθεί ως εσωτερικός και εξωτερικός άνθρωπος. Πιο αναλυτικές πληροφορίες για το εσωτερικό και εξωτερικό ενός ανθρώπου μπορείτε να βρείτε στο θέμα: «Το μυστικό».
Άρα, λοιπόν, όταν λέει ο Ιησούς ότι πρέπει να μισείς κάποιον για να γίνεις μαθητής του, τότε εννοεί ότι πρέπει να μισείς την ψυχή της σάρκας του κι όχι τη ζωή του. Γιατί η ψυχή της σάρκας και η σάρκα είναι υπό την επιρροή του πονηρού:
Η τελευταία λέξη κεῖται = «τοποθετήθηκε» δεν αποδίδεται ορθά στις μεταφράσεις. Γιατί θα φανέρωνε ότι ο Δημιουργός έδωσε αυτόν τον κόσμο στον πονηρό.
Όταν λοιπόν ο Ιησούς λέει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου, εννοεί να αγαπάς τη ζωή που είναι στο πνευματικό και φυσικό σώμα ενός ανθρώπου. Επομένως, αγαπάτε και τον γείτονα σας γιατί κι αυτός έχει ζωή στο σαρκικό σώμα του. Ταυτόχρονα αγαπάτε και τον Κύριο, γιατί η αιώνια ζωή είναι στο πνευματικό σώμα όπου βρίσκεται ο Κύριος:
«Ίσως, βέβαια, γι’ αυτό χωρίστηκε προσωρινά από εσένα, για να τον έχεις πλήρως αιώνια, όχι πια ως δούλο, αλλά περισσότερο από δούλο, ως αδελφό αγαπητό, μάλιστα για μένα και πόσο μάλλον για σένα, και στην σάρκα και στον Κύριο» (Προς Φιλήμονα 1, 16).
καὶ ἐν σαρκὶ καὶ ἐν κυρίῳ (αρχαίο κείμενο).
Αυτό το απόσπασμα αποτελεί μια περαιτέρω απόδειξη για την ουσία του ανθρώπινου όντος, ότι αποτελείται από δύο σώματα. Διότι ο απόστολος Παύλος παρακαλεί στην επιστολή του ο Φιλήμων να φροντίζει τον Ονήσιμο, ο οποίος ζει και στη σάρκα και στον Κύριο. Δηλαδή στην σάρκα ως εξωτερικός άνθρωπος και στον Κύριο ως εσωτερικός άνθρωπος. Ωστόσο, δεν είναι ενεργοποιημένος ο εσωτερικός άνθρωπος σε όλους τους ανθρώπους, άρα, δεν έχουν ούτε τον Κύριο μέσα τους (πρβλ. Ιωάννη 3, 6). Διότι το ακόλουθο απόσπασμα ξεκάθαρα διακρίνει τους σαρκικούς από τους πνευματικούς ανθρώπους:
«για να εκπληρωθεί η δίκαιη απαίτηση του νόμου μέσα σ’ εμάς, οι οποίοι δεν περπατούμε κατά σάρκα αλλά κατά Πνεύμα. Γιατί αυτοί που ζουν κατά σάρκα φρονούν τα πράγματα της σάρκας, ενώ οι κατά Πνεύμα τα πράγματα του Πνεύματος. Επειδή το φρόνημα της σάρκας είναι θάνατος, ενώ το φρόνημα του Πνεύματος είναι ζωή και ειρήνη» (Προς Ρωμαίους 8, 4-6 μετάφραση Καραλή).
Μετά την αποστασία των πρωτόπλαστων παρενέβη ο Σατανάς στο έργο του ανθρώπου, έτσι ο θάνατος της ανθρωπότητας ήταν αναπόφευκτος. Γι’ αυτό στάλθηκε ο Υιός του Θεού, για να βοηθήσει τον άνθρωπο, αναστήνοντας του τον εσωτερικό άνθρωπο, ώστε, μετά τον θάνατο της σάρκας να μπορεί να ζει αιώνια. Συμπέρασμα: Η σωτηρία ενός ανθρώπου δεν είναι από την επίδραση του εξωτερικού ανθρώπου, αλλά από την επίδραση του εσωτερικού. Διότι η πληροφορίες που έρχονται από τον εσωτερικό άνθρωπο είναι από τον Πατέρα, ενώ η πληροφορίες από τον εξωτερικό είναι από τον Σατανά.
«Γιατί καθετί που είναι μέσα στον κόσμο, η επιθυμία της σάρκας και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου, δεν είναι από τον Πατέρα, αλλά είναι από τον κόσμο»
(Α΄ Ιωάννη 2, 16 μετάφραση Καραλή).
Εφόσον αυτός ο κόσμος ανήκει στον Σατανά, είναι αυτονόητο ότι αδυνατεί ένας άνθρωπος να πείσει άλλους ανθρώπους να μείνουν μακριά από το θρησκευτικό σύστημα (Σύγκρινε Ρωμαίους 9, 15-18).